dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
ξανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
noch einmal
Ⓦ
Ⓖ
…
άλλη μια φορά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
noch einmal
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)